Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἐκ τῆς Κορίνθου

См. также в других словарях:

  • Κορίνθου, Σικυώνος, Ζεμενού, Ταρσού και Πολυφέγγους, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη με έδρα την Κόρινθο. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 165 ενοριακοί ναοί, στους οποίους υπηρετούν 166 κληρικοί. Για την πλέον άρτια και εύρυθμη περιφερειακή οργάνωση έχουν οριστεί οι αρχιερατικές επιτροπείες Κορίνθου, Σικυώνος, Βόχας,… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Κορίνθου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κορίνθου, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του αρχαιολογικού χώρου, χτίστηκε το 1931 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, με δωρεά της Ada Small Moore. Μέσα από τα ευρήματα της αξιόλογης συλλογής που… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Ιστορικό και Λαογραφικό Κορίνθου — Το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Κορίνθου ιδρύθηκε το 1976, από την Κορίνθια Αλκμήνη Γαρταγάνη Πετροπούλου. Άρχισε να λειτουργεί το 1988, σε ένα νεόδμητο ιδιόκτητο κτίριο, το οποίο χτίστηκε με βάση τα αρχιτεκτονικά σχέδια του ακαδημαϊκού Σόλωνα …   Dictionary of Greek

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • Λέχαιο — Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 10 μ., 3.952 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στην ακτή του Κορινθιακού κόλπου, 8 χλμ. Δ της Κορίνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Άσσου Λεχαίου. Μέχρι το 1928 ονομαζόταν Κολομπότσι. Αποτελεί αξιόλογο παραθεριστικό… …   Dictionary of Greek

  • Σικυών — I Αρχαία πόλη της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, κοντά στο σημερινό Κιάτο (του οποίου ο δήμος ονομάζεται δήμος Σικυώνας· υπάρχει επίσης και σημερινό χωριό με το όνομα Σικυών) στην περιοχή της Σικυωνίας. Η αρχαία Σικυωνία στη βόρεια πλευρά της… …   Dictionary of Greek

  • πάτρα — Πόλη της Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Αχαΐας της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Ο δήμος Πατρέων περιλαμβάνει, εκτός από τον ομώνυμο δήμο, και τις κοινότητες Ελικίστρας, Μοίρας και Σουλίου. Τρίτη πόλη της Ελλάδας από άποψη πληθυσμού, μετά την… …   Dictionary of Greek

  • Μέγαρα — Πόλη (23.032 κάτ.) του νομού Αττικής. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου της νομαρχίας Δυτικής Αττικής. Ο δήμος αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πτηνοτροφικό κέντρο της Ελλάδας, μετά την Εύβοια. Το αρχαίο κράτος των Μεγάρων. Η αρχαία πόλη των Μ. όπως… …   Dictionary of Greek

  • Κορινθιακός κόλπος — Θαλάσσια λωρίδα που εκτείνεται μεταξύ της Στερεάς Ελλάδας προς Β, της Πελοποννήσου προς Ν, του στενού Ρίου Αντιρρίου προς Δ και των ισθμών των Μεγάρων και της Κορίνθου προς Α. Ως δυτική προέκτασή του λαμβάνεται ο Πατραϊκός κόλπος, μέσω του οποίου …   Dictionary of Greek

  • Ακροκόρινθος — Η ακρόπολη της αρχαίας Κορίνθου και από τις πιο οχυρωμένες ελληνικές ακροπόλεις. Από πολύ νωρίς, γύρω στο 1000 π.Χ., όταν άρχισε να διαμορφώνεται στη βορειοανατολική πλαγιά του ο συνοικισμός που εξελίχθηκε στην πόλη Κόρινθο των ιστορικών χρόνων,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»